Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

Ιογενή νοσήματα του σκύλου


  Αγαπητοί αναγνώστες, στο σημερινό άρθρο μας θα αναφερθούμε σε μερικά ιογενή νοσήματα του σκύλου που δεν είναι συχνά αλλά μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία του σκύλου , τόσο του ενήλικα όσο και των κουταβιών. Τα νοσήματα αυτά είναι η λοιμώδης ηπατίτιδα του σκύλου, η οξύφιλη ηπατίτιδα, η ερπητοίωση του σκύλου και η ιογενής θηλωμάτωση του σκύλου. Τέλος θα αναφερθούμε επιγραμματικά και σε κάποιες σπάνιες ιώσεις οι οποίες τώρα αρχίζουν να μελετώνται.
   Η λοιμώδη ηπατίτιδα του σκύλου είναι μια μεταδοτική νόσος που οφείλεται σε αδενοϊό τύπου 1. Είναι αρκετά μεταδοτική αλλά πλέον λόγω των εμβολιασμών προσβάλλει μόνο ανεμβολίαστους σκύλους. Τα άγρια σαρκοφάγα (αλεπού, λύκος κλπ) είναι αυτά που αποτελούν την δεξαμενή του ιού στη φύση. Η είσοδος του ιού στον οργανισμό γίνεται μέσω της στοματορινικής οδού από όπου στη συνέχεια διασπείρεται σε όλο τον οργανισμό με ιδιαίτερη προτίμηση στα ηπατικά κύτταρα.
    Η λοιμώδης ηπατίτιδα μπορεί να παρουσιάσει τέσσερις διαφορετικές κλινικές εκφράσεις. Στην υπεροξεία μορφή της τα προσβεβλημένα ζώα πέφτουν σε κώμα και πεθαίνουν σε λίγες ώρες χωρίς την εμφάνιση άλλων συμπτωμάτων. Η οξεία συστηματική λοίμωξη τα ζώα παρουσιάζουν υψηλό πυρετό , φαρυγγίτιδα-αμυγδαλίτιδα, βήχα , πνευμονία, αιμορραγική διάθεση, διόγκωση των λεμφαδένων και συμπτώματα από το νευρικό σύστημα λόγω της ηπατικής εγκεφαλοπάθεια, της υπογλυκαιμίας και της μη πυώδους εγκεφαλίτιδας που προκαλούνται από τον ιό. Η οφθαλμική μορφή είναι δυνατόν να παρατηρηθεί στην οξεία μορφή της νόσου ή μετά την ίαση από την συμπτωματική μορφή της νόσου και εμφανίζεται ως οίδημα του κερατοειδή χιτώνα (μπλε μάτι), βλεφαρόσπασμος καιεξίδρωμα στον πρόσθιο θάλαμο και τέλος με δευτερογενές γλαύκωμα. Τέλος σε σκύλους που έχουν μερική ανοσία στην νόσο η μόλυνση ενδέχεται να προκαλέσει χρόνια ηπατίτιδα και ηπατική ίνωση.
   Η διάγνωση θα τεθεί βάση των κλινικών συμπτωμάτων και του ιστορικού ( ανεμβολίαστοι σκύλοι και κουτάβια) και θα βοηθηθεί από αιματολογικές εξετάσεις όπου θα φαίνονται ανεβασμένα τα ηπατικά ένζυμα σημάδι βλάβης του συκωτιού.
   Η θεραπεία είναι υποστηρικτική με την χορήγηση ορών και ηλεκτρολυτών ακόμα και μετάγγιση αίματος μέχρι να ξεπεραστεί η οξεία φάση και να αρχίσει η ηπατοκυτταρική αναγέννηση.
   Η οξύφιλη ηπατίτιδα του σκύλου έχει εμφανιστεί στην Βρεττανία και παρόλο που δεν έχει εντοπιστεί ακόμα ο αιτιολογικός παράγοντας πιστεύεται ότι είναι διαφορετικός από τους αδενοιούς τύπου 1 και 2. Η  νόσος εξελίσσεται σταδιακά περνώντας από την οξεία ηπατίτιδα στην χρόνια, στην κίρρωση του ήπατος. Τα ζωα παρουσιάζουν ανορεξία, εμετούς, μερικές φορές πυρετό αργότερα εμφανίζονται τα συμπτώματα της ηπατικής ανεπάρκειας.
   Η διάγνωση βασίζεται στα κλινικά συμπτώματα, τις εργαστηριακές εξετάσεις που δείχνουν ανεβασμένα ηπατικά ένζυμα και στις βιοψίες από το συκώτι που πιστοποιούν τα χαρακτηριστικά οξύφιλα κύτταρα. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα θεραπευτικά μέτρα χρησιμοποιείται το πρωτόκολλο θεραπείας της ηπατικής ανεπάρκειας με την χορήγηση όρων , ειδική διατροφή κλπ.
   Η ερπητοίωση του σκύλου είναι μια κλινική νόσος που εμφανίζεται στα κουτάβια αποκλειστικά τις πρώτες 3 εβδομάδες της ζωής τους. Ο ερπητοιός είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στον σκύλο και οι μολυσμένοι σκύλοι παραμένουν φορείς για όλη την ζωή τους. Η μετάδοση γίνεται στα κουτάβια μέσω του πλακούντα η με τις στοματορινικές εκκρίσεις της μητέρας ή των άλλων μολυσμένων κουταβιών της τοκετοομάδας.
   Τα κλινικά συμπτώματα της νόσου εμφανίζονται 3 εβδομάδες πριν εως 3 εβδομάδες μετά την γέννηση των κουταβιών. Στις ενήλικες σκύλες προκαλεί αγονιμότητα  είτε γέννηση θνησιγενών κουταβιών που πεθαίνουν σε μερικές ώρες. Στα κουτάβια εμφανίζεται τις πρώτες 3 εβδομάδες της ζωής τους επειδή δεν έχουν αναπτύξει το ανοσοποιητικό τους σύστημα και η θερμοκρασία τους είναι χαμηλή πράγμα που ευνοεί την ανάπτυξη του ιού. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν την ανορεξία την άρνηση του θηλασμού , την υποθερμία και την κίτρινο-πράσινη διάρροια. Ο θάνατος επέρχεται σε διάστημα 24-72 ωρών.
   Η διάγνωση γίνεται με βάση τα συμπτώματα την ηλικία των κουταβιών και επιβεβαιώνεται με ειδικές εξετάσεις όπου ανιχνεύεται ο ιός από ιστούς νεκρών κουταβιών. Η θεραπεία δεν έχει αποτέλεσμα καθώς η πλειοψηφία των κουταβιών πεθαίνει ή όσο επιζήσουν έχουν προβλήματα με το κεντρικό νευρικό σύστημα. Μεγάλο ρόλο παίζει η πρόληψη για αυτό πρέπει να παίρνονται όλα τα μέτρα απολύμανσης του χώρου των νεογέννητων καθώς και να υπάρχει υψηλή θερμοκρασία η οποία δεν ευνοεί την ανάπτυξη του ιού.
   Η ιογεννής θηλωμάτωση του σκύλου οφείλεται σε έναν ιό που προκαλεί καλοήθεις και αυτοπεριοριζόμενους όγκους στους βλεννογόνους και το δέρμα. Η νόσος έχει 3 μορφές , την στοματική θηλωμάτωση που είναι και η πιο συχνή και εμφανίζεται σε σκύλους ηλικίας κάτω των δύο χρονών, τα σκυλιά εμφανίσουν στην αρχή μικρά ογκίδια στη στοματική κοιλότητα τα οποία αργότερα παίρνουν την μορφή κουνουπιδιού. Τα ογκίδια αυτά μεγαλώνουν για 3-4 εβδομάδες και αργότερα υποχωρούν μέσα σε 4 μήνες. Στην οφθαλμική μορφή εμφανίζεται σε σκύλους ηλικίας 6 μηνών εως 4 χρονών με την μορφή οζιδίων στο δέρμα των βλεφάρων και του επιπεφυκότα. Η δερματική θηλωμάτωση εμφανίζεται πολύ σπάνιας με την μορφή ογκίδιων στο σώμα.
  Η θεραπεία από την στιγμή που υποχωρούν μόνα τους μετά από κάποιο δια΄στημα δεν έχει νόημα. Σε περιπτώσεις που εμποδίζεται η διατροφή του ζώου , ή υπάρχουν συχνές αιμορραγίες γίνεται χειρουργική αφαίρεση τους με διαθερμία ή κρυοχειρουργική. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορα χημειοθεραπευτικά φάρμακα καθώς και αντιβιοτικά τα οποία είναι σε πειραματικό στάδιο.
    Τέλος θα αναφερθούμε σε 2 σπάνιες και βαριές ιώσεις που προκαλούν εγκεφαλίτιδες στο σκύλο. Ο ιός του δυτικού Νείλου μεταδίδεται με τσιμπήματα κουνουπιών και προκαλεί εγκεφαλίτιδα στα πτηνά , το άλογο και τον άνθρωπο έχει απομονωθεί από ορισμένα περιστατικά με βαριάς μορφής θανατηφόρα  εγκεφαλίτιδα στον σκύλο. Ο ιός της νόσου Borna προσβάλλει κυρίως άλογα και πρόβατα και σπάνια τον σκύλο όπου έχει απομονωθεί από περιστατικά με εγκεφαλίτιδα στην Ιαπωνία και στην κεντρική Ευρώπη.

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

διαταραχές στην πήξη του αίματος


Οι διαταραχές της πήξης του αίματος περιλαμβάνουν ομάδα παθήσεων που χαρακτηρίζονται από αδυναμία σχηματισμού ινώδους και αιμορραγική διάθεση. Στην περίπτωση της αιμορραγικής διάθεσης πρέπει να γίνεται διαφοροποίηση μεταξύ εντοπισμένης και γενικευμένης αγειοπάθειας από τις διαταραχές των αιμοπεταλίων και των παραγόντων πήξης του αίματος.
   Οι διαταραχές αυτές ταξινομούνται σε πολλές κατηγορίες ανάλογα μ το αίτιο που τις προκαλεί. Έτσι έχουμε διαταραχές που οφείλονται σε επίκτητες (πολλαπλές) ελλείψεις των παραγόντων πήξης π.χ. ηπατική ανεπάρκεια, μείωση των παραγόντων της πήξης, μαστοκύτωμα, δυσλειτουργία των παραγόντων της πήξης. Επίσης έχουμε τις κληρονομικές ελλείψεις των παραγόντων της πήξης όπως είναι η αιμορροφιλία στα αρσενικά, και οι ελλείψεις των διάφορων παραγόντων της πήξης και της προθρομβίνης.
   Δύο ξεχωριστές διαταραχές είναι η νόσος του von Willebrand που είναι κληρονομική πάθηση και το Σύνδρομο της Διάχυτης Ενδοαγγειακής Πήξης που εμφανίζεται σε νεοπλάσματα, στη σηψαιμία, τις ηπατοπάθειες ,  βαριές βλάβες των ιστών κλπ.
   Οι επίκτητες ελλείψεις των παραγόντων πήξης παρατηρούνται συχνά λόγω μείωσης του ρυθμού παραγωγής , απελευθέρωσης της ανενεργής μορφής τους και τη λειτουργική αδρανοποίηση τους. Οι παράγοντες πήξης είναι πρωτεΐνες που παράγονται κατά κύριο λόγω στο ήπαρ. Σε περιπτώσεις βλάβης του ήπατος όπως είναι η ηπατίτιδα, η κίρρωση, οι αναστομώσεις της πυλαίας φλέβας κλπ.
   Ορισμένοι από τους παράγοντες πήξης του αίματος απελευθερόνται ανενεργοί από το ήπαρ και χρειάζονται την βιταμίνη Κ για να ενεργοποιηθούν. Σε περιπτώσεις έλλειψης της βιταμίνης Κ όπως σε παράδειγμα στην κατανάλωση ποντικοφάρμακου από τους σκύλους ή σε περίπτωση που έχουμε δυσαπορρόφηση από το έντερο( χρόνια εντερίτιδα) παρατηρείται αιμορραγική διάθεση. Η δυσλειτουργία των παραγόντων πήξης λόγω αδρανοποίησης οφείλεται είτε στην υπεδοσολογία της ηπαρίνης για την αντιμετώπιση των θρομβώσεων είτε στην υπερπαραγωγή της στον οργανισμό λόγω μαστοκυτώματος. Τέλος σε κάποιες αυτοάνοσες παθήσεις όπως ο λύκος παράγονται ουσίες που αυξάνουν τον χρόνο πήξης του αίματος.
   Οι κληρονομικές ελλείψεις των παραγόντων της πήξης οφείλονται σε μεταλλάξεις των γονιδίων που κωδικοποιούν την σύνθεση των πρωτεϊνών που αποτελούν τους παράγοντες της πήξης. Μπορεί να είναι φυλοσύνδετες όπως είναι η αιμορροφιλία που παρουσιάζεται κατά κύριο λόγο στα αρσενικά και σε αυτοσωμικές που είναι ανεξάρτητες του φύλου όπως είναι η έλλειψη των παραγόντων XI,X,VII,II  της πήξης και του ινωδογόνου που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές αιμορραγίες.
   Η νόσος του von Willebrand είναι και αυτή κληρονομική και σχετίζεται με την μη σύνθεση του παράγοντα von Willebrand της πήξης του αίματος με σημαντικό ρόλο στην παραγωγή των αιμοπεταλίων. Το σύνδρομο της διάχυτης ενδοαγγειακής πήξης είναι μια ταχέως εξελισσόμενη πάθηση που οφείλεται στην συστηματική ενεργοποίηση του μηχανισμού πήξης του αίματος σε σηψαιμικές καταστάσεις , στο σοκ,σε νεοπλάσματα κ.α.
    Στην κλινική εικόνα παρατηρούνται συχνάαυτόματες και μετεγχειρητικές , μετατραυματικές αιμορραγίες, αιμοθώρακας και αιμοπεριτονέο καθώς και ενδομυϊκά και υποδόρια αιματώματα. Οι αιμορραγίες στο κεντρικό νευρικό σύστημα οδηγού στην εμφάνιση νευρικών συμπτωμάτων ή και στο θάνατο. Οι πετέχιες και οι αιμορραγίες από τους βλεννογόνους είναι λιγότερο συχνές.
   Η διάγνωση θα γίνει με βάση τα κλινικά συμπτώματα και τις εργαστηριακές εξετάσεις. Πρέπει να γίνει διαφοροποίηση ανάμεσα σε ένα ζώο που αιμορραγεί μετά από βλάβη ενός η περισσοτέρων αγγείων με ένα που πάσχει από αιμορραγική διάθεση. Σημαντικό ρόλο παίζει και το ιστορικό αν είχαν παρατηρηθεί από τον ιδιοκτήτη αιμορραγίες που διαρκούσαν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αν ήταν εύκολοι οι τραυματισμοί κλπ. Στις εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνονται οι ακτινογραφίες θώρακα και κοιλιάς για τυχόν αιμορραγίες εκεί. Άλλες εργαστηριακές εξετάσει αφορούν την μέτρηση των αιμοπεταλίων και των ερυθροκυττάρων στο αίμα, την μέτρηση του χρόνου προθρομβίνης, τον υπολογισμό του χρόνου ροής του αίματος ύστερα από μικρή τομή, και ο χρόνος καθίζησης των αιμοπεταλίων.
    Για την επιτυχή θεραπεία των διαταραχών της πήξης είναι απαραίτητο να βρεθεί ο αιτιολογικός παράγοντας και μετά να γίνει η μετάγγιση αίματος. Η μετάγγιση αίματος χρειάζεται συνήθως στις κληρονομικές παθήσεις και σε περιπτώσεις που έχουμε μεγάλες αιμορραγίες. Στις περισσότερες περιπτώσεις των επίκτητων παθήσεων η καλή επίδεση των τραυμάτων και η νοσηλευτική φροντίδα μαζί με την αντιμετώπιση του πρωτογενούς αιτίου είναι αρκετά για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Η φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει την χορήγηση βιταμίνης Κ σε περιπτώσεις έλλειψης της, την θεραπεία με ορμόνες στην νόσο von Willebrand και ηπαρίνη στην περίπτωση του ΣΔΕΠ